-Η ελπίδα πέρασε απ'τον δρόμο,
έπειτα ξεμάκρυνε μετρώντας στην χούφτα αγωνίες...
Και να που τώρα φτάνει εδώ η ορφάνια,
ολόκληρη σαν σφαίρα,
σκεπάζοντας τις σκιές στον τοίχο...
Με τα μούτρα ο πόθος βυθίζεται στην κόλαση,
με αίμα που τρέμει,
VENNIS MAK
έπειτα ξεμάκρυνε μετρώντας στην χούφτα αγωνίες...
Και να που τώρα φτάνει εδώ η ορφάνια,
ολόκληρη σαν σφαίρα,
σκεπάζοντας τις σκιές στον τοίχο...
Με τα μούτρα ο πόθος βυθίζεται στην κόλαση,
με αίμα που τρέμει,
σαν δάκρυ που τα μάτια καίει,
λοξά χτυπώντας της λάσπης το κέρδος μας.
Λίβας ανελέητος το τί και το πώς μου
-ανάβουν κερί-
Δύσκαμπτη καρδιά μου,
στην αιώνια ταραχή φριχτή!
Ω! Νεκρή ερωμένη της στάχτης
-την γη σάρωσε-
πεπρωμένο που εκπληρώνεται...
Κι η νύχτα τρύπια τον κεραυνό οργίζει,
κρυμμένο βαστά τον ουρανό,
μ’ ένα μονάχα στεναγμό,
για όσα ξεβράστηκαν μαζί του κλαίμε...
Φωτιά που μιά ριπή λογάριαζα
-ψυχή μου δεν σβήνεις-
Και δεν υπάρχει φράση,
τραύλισμα ή θρήνος,
στον άηχο ύπνο
τη μνήμη μου όλη αποθηκεύει
-ο θάνατος-
Βρυχάται η οδύνη πάλι..
Έχει κρύψει τις πληγές στο χώμα,
πετάει μιά στιγμή,
κανέναν δεν ρωτάει πιά και δεν καλεί κανέναν
-μονάχα μαύρα φτερά υψώνει-
Νίκη!
Ω! Νίκη του δαίμονά μου η ώρα!
Πρόλαβε ήδη και φυτρώνει βουβό σκοτάδι..
Θα συστηθώ ένα πρωί
-σε ότι με έφαγε-
στη στοιχειωμένη μου σιωπή...
Φεγγάρι η θλίψη και λυσσάει,
για τους εραστές που αγκαλιάζουν,
ρωγμές και βράχια,
στόμα που τρέφεται
και δόντια σαν σπάνε
και όνειρα σε τάφο
-ζωή μου μαύρη μονότονα-
Πότε ήταν η στερνή φορά που κοίταξα
-μέσα στο καταχείμωνο-
κι άλλα γέλια δεν άκουσα,
κι άλλα νερά δεν είδα.
Χορός που έλαβε τέλος εδώ...
Θά ’ρθει μιά μέρα μιά λέξη ν’ ανταμώσω
λοξά χτυπώντας της λάσπης το κέρδος μας.
Λίβας ανελέητος το τί και το πώς μου
-ανάβουν κερί-
Δύσκαμπτη καρδιά μου,
στην αιώνια ταραχή φριχτή!
Ω! Νεκρή ερωμένη της στάχτης
-την γη σάρωσε-
πεπρωμένο που εκπληρώνεται...
Κι η νύχτα τρύπια τον κεραυνό οργίζει,
κρυμμένο βαστά τον ουρανό,
μ’ ένα μονάχα στεναγμό,
για όσα ξεβράστηκαν μαζί του κλαίμε...
Φωτιά που μιά ριπή λογάριαζα
-ψυχή μου δεν σβήνεις-
Και δεν υπάρχει φράση,
τραύλισμα ή θρήνος,
στον άηχο ύπνο
τη μνήμη μου όλη αποθηκεύει
-ο θάνατος-
Βρυχάται η οδύνη πάλι..
Έχει κρύψει τις πληγές στο χώμα,
πετάει μιά στιγμή,
κανέναν δεν ρωτάει πιά και δεν καλεί κανέναν
-μονάχα μαύρα φτερά υψώνει-
Νίκη!
Ω! Νίκη του δαίμονά μου η ώρα!
Πρόλαβε ήδη και φυτρώνει βουβό σκοτάδι..
Θα συστηθώ ένα πρωί
-σε ότι με έφαγε-
στη στοιχειωμένη μου σιωπή...
Φεγγάρι η θλίψη και λυσσάει,
για τους εραστές που αγκαλιάζουν,
ρωγμές και βράχια,
στόμα που τρέφεται
και δόντια σαν σπάνε
και όνειρα σε τάφο
-ζωή μου μαύρη μονότονα-
Πότε ήταν η στερνή φορά που κοίταξα
-μέσα στο καταχείμωνο-
κι άλλα γέλια δεν άκουσα,
κι άλλα νερά δεν είδα.
Χορός που έλαβε τέλος εδώ...
Θά ’ρθει μιά μέρα μιά λέξη ν’ ανταμώσω
δική μου την ώρα της δύσης...
Αν ο Θεός τα άκουσε απόψε όλα αυτά...
Αν ο Θεός τα άκουσε απόψε όλα αυτά...
VENNIS MAK
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου